«Ερεθίσματα ιερατικής αυτογνωσίας».
Κατά την ομιλία του ο προσκεκλημένος Μητροπολίτης τόνισε ότι ο
κληρικός είναι κατ᾿ αρχήν φορέας του μεγάλου χαρίσματος της ιερωσύνης, το οποίο υπάρχει μόνο εντός της Εκκλησίας. Η ιερωσύνη όμως δεν λαμβάνεται ή ασκείται χωρίς προϋποθέσεις. Βασικές προϋποθέσεις είναι η σύνδεση με τον επίσκοπο και η άρρηκτη σχέση με το ποίμνιο. Η ιερωσύνη οφείλει να αποτελεί προτεραιότητα έναντι των βιωτικών έργων και όχι πάρεργο για τον ιερέα, έτσι ώστε να προσελκύει την ευλογία του Θεού στη ζωή του. Η αγιογραφική και αγιοπατερική παράδοση τονίζει την ανάγκη πνευματικής εγρήγορσης, του αγώνα κατά των παθών και της ταπείνωσης σε όλες τις εκφάνσεις του βίου ενός κληρικού. Κάθε ιερεύς είναι δεδομένα «θρόνων διάδοχος» των αποστόλων, φορέας δηλαδή της θείας χάριτος που μεταδίδεται δια του μυστηρίου της ιερωσύνης, ζητούμενο όμως είναι να αναδεικνύεται καθημερινά «και τρόπων μέτοχος», δηλαδή κοινωνός και της αγίας βιωτής τους.
Η ιερωσύνη είναι μυστήριο, συνεχές θαύμα και ύψιστη τιμή που απαιτεί καθαρότητα και προσοχή στον κίνδυνο της εξοικείωσης. Είναι χάρισμα και δωρεά παρ᾿ αξίαν που δεν επιτρέπει αυθαίρετη χρήση αλλά προσανατολίζεται αποκλειστικά σε έναν και μόνο σκοπό: την διακονία της σωτηρίας των πιστών. Είναι έργο Θεού που απαιτεί θυσίες και δεν επιτρέπει ιδιοτελή εκμετάλλευση. Το λογικό ποίμνιο δεν ανήκει στους ποιμένες, αλλά στον Χριστό. Οι ποιμένες υπάρχουν χάριν του ποιμνίου. Αυτό διακονούν και γι᾿ αυτό έχουν μεγάλη ευθύνη, παράλληλα όμως από αυτό πηγάζει η πραγματική δικαίωση, η τιμή και η χαρά του ιερέως.
Την εισήγηση ακολούθησε διάλογος με το ακροατήριο, ενώ ο Σεβασμιώτατος ποιμενάρχης της Ιεράς Μητροπόλεως Εδέσσης κ. Ιωήλ εξέφρασε τις θερμές ευχαριστίες του για την τριήμερη αγιαστική και διδακτική παρουσία του Σεβ. Μητροπολίτου Καισαριανής στην πόλη της Εδέσσης.